- θύννος, τόννος
- la tonyina
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
γέρμος — η, ο ο έρμος, ο έρημος. ο ονομασία τού ψαριού Θύννος ο μακρόπτερος, λευκός τόννος … Dictionary of Greek
γλουπέας — ο ονομασία τού ψαριού θύννος* ο γνήσιος, τόννος … Dictionary of Greek
όρκυνος — ὄρκυνος, ὁ (Α) το ψάρι θύννος, ο τόννος. [ΕΤΥΜΟΛ. θεματική μορφή τού ὄρκυς*, υνος] … Dictionary of Greek